Δύο κυνηγοί ανακαλύπτουν τον τάφο της Κρινιώς, η οποία «σκοτώθηκε γιατί πολύ αγάπησε». Ένας ηλικιωμένος γιδοβοσκός τους διηγείται την ιστορία της. Αρκετά χρόνια πριν, η μικρή Κρινιώ, κόρη του αρχιτσέλιγκα της περιοχής, του Νικήτα, μεγάλωνε μαζί με τον γιο του μπιστικού του πατέρα της, τον Δήμο. Τα παιδιά μεγάλωσαν με τις ιστορίες και τα παραμύθια της αδελφής του Νικήτα, της κυρα-Μαριγώς, σ’ έναν κόσμο παραμυθένιο κι ανέμελο. Όταν η κοπέλα έφυγε για σπουδές, ο Δήμος ανησύχησε πολύ, αλλά όταν η Κρινιώ επέστρεψε, διαπίστωσαν πως εκείνη συνέχιζε να τον αγαπά. Ο Νικήτας, όμως, όντας αντίθετος στο γάμο της κόρης του μ’ ένα φτωχό βοσκό, την πάντρεψε με τον Θύμιο, γιο ενός τσέλιγκα από γειτονικό χωριό. Την πρώτη κιόλας νύχτα του γάμου, η Κρινιώ εγκατέλειψε τον Θύμιο κι έφυγε με τον αγαπημένο της. Ο πατέρας της, οργισμένος και προσβεβλημένος, την κατεδίωξε και τη σκότωσε.